Διχασμός με τρόπο
Ας υποθέσουμε πως είμαι μόνος. Κανείς δεν είναι μαζί μου. Μονάχα μια ιδέα είναι δίπλα μου. Μια θηλυκή ιδέα η οποία αυτό που κάνει είναι να επιμηκύνει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μου. Αν είμαι αστείος γίνομαι περισσότερο, αν είμαι αργόσχολος γίνομαι τελείως βαρεμένος και πάει λέγοντας.
Ξυπνάω αργοπορημένος. Ψήνω ένα καφεδάκι, κάθομαι και κάνω ένα τσιγάρο χαζεύοντας έξω από το παράθυρο την μέρα. Κοιτάω το ρολόι μου. Είμαι οριακά, πρέπει να ξεκινήσω.
Παίρνω τις βαλίτσες μου και πάω στην στάση του λεωφορείου. Έρχεται με καθυστέρηση και βλέπω με ανησυχία το ρολόι που δεν φοράω στο χέρι μου.
Μπαίνω στον σταθμό και αν μπορούσα θα έβλεπα το τρένο να φεύγει από τις πλατφόρμες.
Πάω στα μηχανήματα να βγάλω εισιτήριο για το επόμενο. Διαπιστώνω ότι τα φτηνά τρένα φτάνουνε στον προορισμό μου πολύ πιο μετά από την απογείωση του αεροπλάνου μου.
Τα εισιτήρια για τα ιντερσίτι είναι πανάκριβα και εξαντλημένα.
Πάω στα ταμεία. Συμβαίνει ένα θαύμα, σαν αυτά που μιλάνε οι σαύρες ή ανοίγουνε οι θάλασσες, και μιλάω μια ξένη γλώσσα και συνεννοούμαι με τον τύπο στα ταμεία.
Μου λέει πως μπορώ να ανέβω στο ιντερσίτι και το πολύ πολύ να με κατεβάσουν αν είναι γεμάτο. Φυσικά θα πληρώσω πρόστιμο πάνω στο τρένο αφού δεν υπάρχουνε εισιτήρια.
Δεν έχω επιλογές. Μ’ αρέσει που ζω επικίνδυνα αλλά θυμώνω με τον εαυτό μου και διαπληκτίζομαι έντομα μαζί του.
Βρίσκομαι αρκετά παρείσακτος πάνω στο τρένο και βρίζω τον εαυτό μου. Του λέω ότι απλά έπρεπε να το αφήσει πάνω μου, αφού έχει κακή αίσθηση χρόνου. Θυμός, πάνω που είμαι έτοιμος να παίξω μπουκέτα με την πάρτι μου διαπιστώνω ότι ο κόσμος με κοιτάζει φρικαρισμένος.
Ελιγμός …
Χαμογελάω απότομα, σφίγγω το χέρι στον εαυτό μου, υποκλίνομαι και πάω κάθομαι στην άκρη. Στρίβω ένα τσιγάρο και χώνομαι στην τουαλέτα του τρένου.
Κοιτάζω τα δέντρα και την οπτική παραμόρφωση που παθαίνουν λόγω της κίνησης. Είμαι στον προτελευταίο σταθμό πριν να φτάσω στον προορισμό μου και βλέπω ο ελεγκτής να έρχεται. Καταραμένο πρόστιμο. Έχω όλο τον χρόνο να κατέβω απ’ το τρένο και να ανέβω 2 βαγόνια παρακάτω, σε κάποιο στο οποίο ο έλεγχος τον εισιτηρίων έχει γίνει.
Κρίνω πως δεν είναι σοφή επιλογή, δηλαδή πληρώνω το πρόστιμο.
Κατεβαίνω στον σταθμό και συμφωνώ με τον εαυτό μου να πάρουμε και να μοιραστούμε έναν καφέ. Παίρνω ένα από τα μηχανήματα που παραδόξως κάνουνε ωραίο καφέ και κάθομαι έξω στην πλατεία και χαζεύω τον κόσμο. Έχω άνεση χρόνου. Απολαμβάνω τον καφέ μου. Χαζεύω τον κόσμο, τα κοτόπουλα, και τον μεγαλοπρεπή σταθμό των τρένων.
Η ώρα ταξιδεύει. Κοιτάζω επίμονα το χέρι μου για να δω τι ώρα είναι. Διαπιστώνω για άλλη μια φορά ότι είμαι οριακά και με πιάνει τουαλέτα. Τρέχω μέσα στον σταθμό.
Γυρνάω μπαίνω στο λεωφορείο που πάει στον σταθμό και βλέπω ότι είμαι οριακά. Υπέροχα.
Μπαίνω στο τέρμιναλ και βλέπω πως έχω ένα λεπτό πριν κλείσει το τσεκ-ιν. Κάνω το γνωστό σύστημα: κοιτάζω δεξιά, κοιτάζω αριστερά … εμ δεν είναι όλα όπως στο χωριό σου …
Βρίσκω με δυσκολία το τσεκ-ιν ένα τέταρτο μετά.
Έχω χάσει την πτήση μου.
Πάω στα εκδοτήρια και τους λέω το πρόβλημα μου. Δηλαδή, ένα μέρος του γιατί δεν είναι αρκετά κατάλληλοι ψυχαναλυτές για ένα άτομο του οποίο ο διχασμός χαρακτήρων φτάνει το μέγεθος χαράδρας.
Περιμένω στην ουρά. Μπροστά μου δύο έλληνες έχουνε χάσει και αυτοί την πτήση τους.
Έρχεται η σειρά μου και η μαντάμ μου λέει πως με 5 κατοστάρικα μπορώ να φύγω το επόμενο πρωί.
Της εξηγώ ότι με 5 κατοστάρικα θα μείνω εκεί για πάντα.
Μου λέει να καθίσω για να δει τι μπορεί να κάνει.
Κάθομαι, δεν είμαι θυμωμένος. Ούτε καν με τον εαυτό μου. Χαζεύω το αεροδρόμιο και νομίζω πως θα έπινα έναν καφέ ακόμα.
Με φωνάζουνε.
Με 100 ευρώ μπορώ να είμαι πίσω στην Αθήνα, χάνοντας ωστόσο την αερομετεπιβίβαση για το χωριό μου.
Έχω 60 ευρώ στην τσέπη μου.
Μου κάνει κράτηση του εισιτηρίου και εγώ πάω από κει που ήρθα για να τρακάρω λεφτά από φίλους.
Ανεβαίνω στο τρένο χωρίς εισιτήριο, το πολύ πολύ να με κατεβάσουν σε κανένα χωριό. Από χωριά ευτυχώς ξέρω, να είναι καλά το δικό μου.
Το τρένο είναι άδειο. Πίσω μια γυναίκα ελευθέρων ηθών πρέπει να κάνει ναρκωτικά.
Πίνω μια γουλιά καφέ και κοιτάζω έξω από το παράθυρο.